Πόλεις & Χωριά

Άγιοι Θεόδωροι

Οι Άγιοι Θεόδωροι είναι χωριό της δυτικής Σάμου, ανάμεσα στα όρη Κέρκης και Άμπελος και σε μέσο σταθμικό υψόμετρο 300. Απέχει 6,5 χλμ. Ν. του Νέου Καρλοβασίου και 39 χλμ. περίπου Δ. της πόλης της Σάμου. Η τοπική κοινότητα είναι χαρακτηρισμένη ως αγροτικός ημιορεινός οικισμός, με έκταση 2,957 χμ².

Οι Άγιοι Θεόδωροι ήταν ένας μικρός συνοικισμός στα τέλη του 19ου αιώνα με την ονομασία «Καβεσέικα», από τον πρώτο κάτοικο Δημήτρη Καβέση. Στη συνέχεια μετονομάστηκε σε Άγιοι Θεόδωροι από τη φερώνυμη εκκλησία που είναι χτισμένη στο κέντρο του χωριού. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την αμπελοκαλλιέργεια και ένας μικρός αριθμός με την επεξεργασία της πέτρας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 93 κατοίκους.

Άγιος Κωνσταντίνος

Το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος απέχει 20 χιλ. περίπου από την πρωτεύουσα της Σάμου και 12 χιλ. από το Καρλόβασι. Το χωριό δημιουργήθηκε στο τέλος του 18ου αιώνα και εκτείνεται σε δύο ζώνες, οι οποίες περιλαμβάνουν τη ζώνη της παραλιακής του Όρμου, μήκους 1 χιλ και τη ζώνη του Άνω Άγιου Κωνσταντίνου. Κατά την περίοδο της Ηγεμονίας αποτελούσε ενιαίο δήμο μαζί με τα χωριά Άμπελος, Σταυρινήδες, Μανωλάτες, Μαργαρίτες και Βαλεοντάδες, ένα οικιστικό συγκρότημα των «Έξι Γειτονιών». Μέχρι τον εικοστό αιώνα οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνταν κυρίως με την αμελοκαλλιέργεια, την καλλιέργεια ελιάς και οπωροφόρων δέντρων, ενώ στη γεωργική ενασχόληση προστίθεται πλέον η τουριστική επιχειρηματικότητα. Σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν οι αγροτοδασικές, κατάφυτες περιοχές τις οποίες διασχίζει το Κακόρεμα, όπως τα «Πλατανάκια» και τα «Αηδόνια» που πήραν το όνομά τους από τα χιλιάδες πουλιά που βρίσκονται στην περιοχή, τα καταγεγραμμένα πεζοπορικά μονοπάτια, η εκκλησία Άγιος Κωνσταντίνος κατασκευής έτους 1790, η εκκλησία της Παναγίας στον Άνω Άγιο Κωνσταντίνο η οποία πανηγυρίζει τον δεκαπενταύγουστο και τα κτίρια τοπικής αρχιτεκτονικής που σώζονται ακόμη και σήμερα και στις δύο ζώνες του χωριού. Ο πληθυσμός του Αγίου Κωνσταντίνου σύμφωνα με την απογραφή του 2021 αφορά σε 331 κατοίκους.

Άμπελος

Το χωριό Άμπελος, ή Νενέδες όπως λέγονταν έως το 1957, βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Σάμου στις πλαγιές του όρους Καρβούνη σε υψόμετρο 290 μέτρων και σε απόσταση 24 χιλ. από την πρωτεύουσα της Σάμου. Το χωριό που περιβάλλεται από αμπέλια, περιβόλια και δασικές εκτάσεις παρουσιάζει μια έντονη κλήση, αμφιθεατρική προς τα μικρασιατικά παράλια και τη Χίο. Στην Άμπελο ανήκουν δύο οικισμοί το Λιβαδάκι και οι Πεταλίδες. Η Άμπελος διαθέτει πεζοπορικά, σηματοδοτημένα μονοπάτια με το πιο γνωστό να είναι αυτό που καταλήγει στο σπήλαιο και στους καταρράκτες του χωριού, σημείο αναφοράς για το χειμώνα και την άνοιξη. Η Άμπελος είναι κτισμένη με την παραδοσιακή Σαμιώτικη αρχιτεκτονική, ενώ στα σημεία ενδιαφέροντος εντάσσεται και ο ναός του Ιωάννου του Προδρόμου που χτίστηκε το 1966 στα ερείπια παλαιότερων ναών, με τον πιο παλιό να χρονολογείται το 1672. Συνδέεται μέσω ενός επαρχιακού δρόμου μήκους 4 χιλιομέτρων με την εθνική οδό Βαθέος Καρλοβάσου. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 αριθμεί 220 κατοίκους

Άνω Βαθύ

Το Άνω Βαθύ βρίσκεται στα βορειοανατολικά της πρωτεύουσας της Σάμου και στη συνέχεια αυτής, μεταξύ των λόφων Κουτσόμυλο και Βαρελά. Ο οικισμός δημιουργήθηκε μεταξύ του 16ου – 17ου  αιώνα με σκοπό την προστασία των κατοίκων από τις πειρατικές επιθέσεις. Από την ελληνική επανάσταση ως τη σύνδεση του νησιού με την Ελλάδα  και από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Άνω Βαθέος ως τους λόγους που οδήγησαν στη σημερινή ανάπτυξη της πρωτεύουσας της Σάμου, οι πληροφορίες και τα σημάδια είναι πάρα πολλά. Στην καρδιά του οικισμού δεσπόζουν δύο πύργοι, χαρακτηριστικά δείγματα κατοικίας με οχυρωματικό χαρακτήρα, ο Πύργος του Καπετάν Λαχανά (1717) και ο Πύργος του Αγά Γιαννάκη (1735). Το Άνω Βαθύ διακρίνεται κυρίως για την πυκνή του δόμηση και την μικρή κλίμακα των κτιρίων του τα οποία ακολουθούν την παραδοσιακή οικοδομική πρακτική, το σαχνισί, ένα στοιχείο που σε συνδυασμό με τα παλιά πλακόστρωτα καλντερίμια χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική μορφολογία του οικισμού. Εξαιτίας του περιορισμένου δομήσιμου χώρου στο Άνω Βαθύ συναντάται συχνά η προέκταση των κτιρίων πάνω από τα καλντερίμια, η οποία πραγματοποιούνταν με τη μέθοδο των διαβατικών. Τα σημαντικότερα αξιοθέατα του οικισμού είναι: η Πλατεία της Παναγίτσας στο κέντρο του οικισμού όπου βρίσκεται και ο ναός των Εσοδίων μια τρίκλιτη Βασιλική με τρούλο (17ο -18ο αι.), ο  Ναός της Αγίας Κάρας (Άγιος Μιχαήλ Συνάδων),ο Ναός του Αγίου Αντωνίου, η εκκλησία του Άϊ Γιαννάκη που χρονολογείται από το έτος 1799, ο Ναός της Παναγίας, καθώς επίσης και οι επισκέψιμοι κρουνοί του 1872 που βρίσκονται στο κέντρο του χωριού, στην Παναγίτσα και στον Άγιο Αντώνη με τρεχούμενο, πόσιμο νερό, τα διατηρητέα νεοκλασικά κτίρια (1901), το Δημοτικό Σχολείο και το κτίριο της τοπικής κοινότητας. Το Άνω Βαθύ χαρακτηρίστηκε το έτος 1974 ως οικισμός ιδιαίτερου φυσικού κάλους. Κατά την απογραφή του έτους 2021 καταγράφηκαν 3.767 μόνιμοι κάτοικοι.

Βουρλιώτες

Το χωριό Βουρλιώτες βρίσκεται σε υψόμετρο 360μ. του όρους Καρβούνη. Τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία μαρτυρούν ότι το χωριό χτίστηκε περίπου το έτος 1615, αν και οθωμανικά έγγραφα τοποθετούν την οικοδόμησή του 14 χρόνια πριν, το έτος 1601. Στα οθωμανικά κατάστιχα το χωριό καταγράφεται ως Ural, επισημαίνοντας έτσι τον τόπο προσέλευσης των κατοίκων ο οποίος ήταν τα Βούρλα της Μικράς Ασίας. Νοτιοανατολικά, σε μικρή απόσταση από το χωριό, βρίσκεται το παλαιότερο μοναστήρι της Σάμου το μοναστήρι της Παναγίας του Βροντά, το οποίο ιδρύθηκε το 1566 πάνω ή κοντά στα ερείπια παλαιότερου μοναστηριού. Στα όρια των Βουρλιωτών  λειτουργούν οι εγκαταστάσεις του επισκέψιμου Οινοποιείου Μεταξά «Λίκνον» https://www.metaxa.com/el-gr/pages/visit-us  Άλλα σημεία ενδιαφέροντος του χωριού αποτελούν η πλατεία του, οι γειτονιές με τα γραφικά λιθόστρωτα σοκάκια και τα παραδοσιακά χαγιάτια. Οι φιλικοί και φιλόξενοι κάτοικοι των Βουρλιωτών ασχολούνται με τον πρωτογενή τομέα, κυρίως με την αμπελοκαλλιέργεια αφού οι εδαφολογικές συνθήκες της περιοχής ευνοούν στην παραγωγή πολύ καλής ποιότητας οίνου. Στην Τοπική Κοινότητα Βουρλιωτών ανήκουν ο Κάμπος Βουρλιωτών, και ο παραθαλάσσιος οικισμός Αυλάκια όπου κατά την περίοδο της Ηγεμονίας λειτουργούσε τελωνείο και λιμενικός σταθμός, απ’ όπου ξεκινούσαν πλοία για την Ανατολή. Στον οικισμό Αυλάκια ενδιαφέρον αποτελούν τα εκκλησάκια της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και του Αγίου Νικολάου και μια κρήνη του 1876. Ο πληθυσμός των Βουρλιωτών αφορά στους 455 κάτοικους (απογραφή 2021).

Δρακαίοι

Οι Δρακαίοι βρίσκονται στο δυτικότερο άκρο της Σάμου βόρεια της Καλλιθέας και νοτιοδυτικά του Καρλοβάσου. Είναι χτισμένο σε μια απόμερη μεριά του Κέρκη και συνδέεται με αμαξιτό δρόμο με το Καρλόβασι μέσω Μαραθοκάμπου. Η περιοχή του είναι βραχώδης, απόκρημνη και άγονη, υπάρχει όμως αρκετά πλούσια βλάστηση. Έχει πολύ ωραία θέα προς το πέλαγος στα βορειοδυτικά. Αξίζει να δείτε το φανταστικό ηλιοβασίλεμα κυρίως κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

Το όνομά τους το πήραν από τον πρώτο κάτοικο που λεγόταν Δράκος και μαζί με την Καλλιθέα αποτελούσαν τον δήμο των Καλαμπακτασίων. Xωριό του Κέρκη οι Δρακαίοι, προσφέρουν όμορφη εμπειρία στους επισκέπτες τους λόγω της θέσης του στο νησί.Οι κάτοικοι κυρίως γεωργοί και κτηνοτρόφοι.

Στους Δρακαίους ανήκει και ο παραθαλάσσιος οικισμός του Αγίου Ισιδώρου όπου υπάρχει μικρό ναυπηγείο ξύλινων καϊκιών και βαρκών. Η θέση αυτή έχει καταπληκτική θέα προς το πέλαγος, βόρεια και δυτικά της Σάμου.Ο ναός του χωριού, Άγιος Γεώργιος, αποτελεί μια από τις παλιότερες εκκλησίες του νησιού που χρονολογείται πολύ πριν από τον εποικισμό με τοιχογραφίες του 13ου αιώνα. Κατά την τελευταία απογραφή  που έγινε το 2021 ο πληθυσμός ήταν στους 75 κατοίκους.

Ηραίον

Η παραθαλάσσια περιοχή του Ηραίου κατοικούνταν ήδη από το β’ μισό της 5ης χιλιετίας π.Χ.. Ο ομώνυμος οικισμός είναι διεθνώς φημισμένος για το Ναό της Ήρας, τον μεγαλύτερο ναό στην Ελλάδα, όπως αναφέρει και ο Ηρόδοτος, με τους 105 κίονες, ένας από τους οποίους παραμένει όρθιος έως σήμερα, σε ύψος 11 μ. στο μισό του αρχικού ύψους των κιόνων. Τμήμα του συμπλέγματος του ναού είναι και η στρωμένη με πέτρα Ιερά οδός, η οποία οδηγούσε στο σημερινό Πυθαγόρειο. Ο Ναός της Ήρας κηρύχθηκε το 1992 από την Unesco μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς. Το Ηραίον απέχει περίπου 22 χιλ. από την πρωτεύουσα. Οι κάτοικοί του ασχολούνται κυρίως με τον τουρισμό και λιγότερο με τη γεωργία και την αλιεία. Ο οικισμός είναι το επίνειο της κοινότητας Παγώνδα. Εκτός από τον ομώνυμο αρχαιολογικό χώρο, τις παλιές καλύβες των ψαράδων επί της παραλιακής, τα ποιοτικά café και beach bar, το ενδιαφέρον συγκεντρώνουν και οι επιτυχημένες, καλοκαιρινές πολιτιστικές εκδηλώσεις, μεταξύ αυτών και το τριήμερο “Ireon Music Festival”. 

Καλλιθέα

24 χλμ. αφού περάσετε τον Μαραθόκαμπο, θα συναντήσετε το χωριό Καλλιθέα. Παλαιότερα ονομαζόταν Πρινιάς λόγω των πολλών τέτοιων θάμνων που φύτρωναν στην περιοχή. Ενωμένοι με το χωριό Δρακαίοι σχημάτισαν το δήμο Καλαμπακτασίων αλλά αργότερα χωρίστηκαν σε δύο χωριά.

Η Καλλιθέα είναι το πιο δυτικό χωριό της Σάμου και έχει εκπληκτική θέα στην Ικαρία και τη Χίο. Επιπλέον, φημίζεται για το συναρπαστικό ηλιοβασίλεμα, ειδικά το καλοκαίρι. Οι ντόπιοι ζουν με τη γεωργία, κυρίως με την καλλιέργεια ελαιόδεντρων και την κτηνοτροφία. Παλαιότερα το χωριό παρήγαγε και κάρβουνο. Αρκετοί χωματόδρομοι οδηγούν στην παραλία του Αγίου Ισιδώρου που βρίσκεται σε έναν μικρό όρμο. Στον Άγιο Ισίδωρο βρίσκεται το τελευταίο από τα παραδοσιακά ναυπηγεία που λειτουργούν ακόμη. παλιότερα υπήρχαν αρκετά και έφτιαχναν ξύλινα καΐκια και βάρκες. Ένας άλλος χωματόδρομος οδηγεί στο βουνό, στη θέση Ασκητάρια, σε υψόμετρο περίπου 700 μέτρων. Ο τόπος έχει πάρει το όνομά του από τις πολυάριθμες εκκλησίες, άλλες χτισμένες και άλλες τοποθετημένες σε σπηλιές, όπου ζούσαν ερημίτες και μοναχοί. Η περιοχή είναι κατάφυτη και προσφέρει εξαιρετική θέα. Στην απογραφή του 2021 οι κάτοικοι ήταν 143 άτομα.  

Η Καλλιθέα είναι ονομαστή για το ηλιοβασίλεμα, ειδικά το καλοκαίρι.

Καρλόβασι

Το Καρλόβασι αποτελεί την μεγαλύτερη Δημοτική Κοινότητα του νησιού της Σάμου και αποτελεί την έδρα του Δήμου Δυτικής Σάμου. Γεωγραφικά τοποθετείται ανάμεσα στο όρος Κέρκη το οποίο αποτελεί τον υψηλότερο ορεινό όγκο στο Αιγαίο με υψόμετρο 1434 με την ύπαρξη πολλαπλών ορειβατικών διαδρομών και το όρος Καρβούνη και βρίσκεται στην βόρεια πλευρά του νησιού της Σάμου.

Δεύτερη σε πληθυσμό αλλά πρώτη σε έκταση πόλη του νησιού. Χωρίζεται στο Παλαιό, Μεσαίο και Νέο Καρλόβασι, στον Όρμο και το Λιμάνι. Νησιώτικη πολιτεία με ιδιόμορφο σκηνικό, τρεχούμενα νερά, όμορφα νεοκλασικά κτίρια και παλαιά αρχοντικά ενώ παράλληλα είναι αισθητή η παρουσία του παλαιού της βιομηχανικού κέντρου το οποίο αποτελείται από τα βυρσοδεψία τα οποία αποτελούσαν το μεγαλύτερο βιομηχανικό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου στις αρχές του προηγούμενου αιώνα.

Πλησίον του βρίσκονται ένα σύνολο από ορεινά χωριά τα οποία το στεφανώνουν και με την μοναδική τους παραδοσιακή όψη συμπληρώνουν την ομορφιά του Καρλοβάσου.

Η πόλη αποτελεί την έδρα τριών τμημάτων του Πανεπιστημίου Αιγαίου τα οποία εκτός από την εκπαιδευτική τους σημασία, προσθέτουν έντονα το στοιχείο της νεολαίας στην καθημερινότητα της αλλά και της νυχτερινής της ζωής η οποία είναι ιδιαίτερα έντονη κατά την διάρκεια όλου το χρόνου.

 Στο Νέο Καρλόβασι ο επισκέπτης εκτός από τα γραφικά σοκάκια περιμετρικά της κεντρικής πλατείας θα βρει ένα σύνολο από καφετέριες και εστιατόρια και μια πλούσια εμπορική ζώνη με καταστήματα.

Στον Όρμο Καρλοβάσου βρίσκονται τα νεοκλασικά αρχοντικά του προηγούμενο αιώνα και η βιομηχανική ζώνη των παλαιών βυρσοδεψίων τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον από αρχιτεκτονικής άποψης. Στο Μεσαίο Καρλόβασι θα βρουν μια υπέροχη πλακόστρωτη παραδοσιακή πλατεία γεμάτο με εστιατόρια και καφετέριες και πολλές διαδρομές ανάμεσα στις γειτονίες του μέσα στο πυκνό ιστό των παλαιών κτηρίων του. Στο Λιμάνι Καρλοβάσου θα μπορέσει ο επισκέπτης να απολαύσει υπέροχα φαγητά δίπλα στην θάλασσα, να ηρεμήσει σε μια από τις πολλές καφετέριες και να ζήσει την έντονη νυχτερινή ζωή κατά την διάρκεια του καλοκαιριού ή να κάνει το μπάνιο του στην κοντινή πεντακάθαρη παραλία του. Στο Παλαιό Καρλόβασι ψηλά πάνω από το Λιμάνι θα συναντήσει μια υπέροχη θέα με τα καλύτερα σημεία ενώ θα νιώσει ότι βρίσκεται σε ένα ξεχωριστό μικρό νησί το οποίο αντί από την θάλασσα περιβάλλεται από ένα πυκνό δάσος με υπέροχες περιπατητικές διαδρομές με αποκορύφωμα αυτήν προς το σπήλαιο του Αγίου Αντωνίου το οποίο εντός του φιλοξενεί την ομώνυμη εκκλησία.

Ένα άλλο σημείο ιστορικού ενδιαφέροντος αποτελεί στο ανατολικό άκρο της πόλης το Λεπροκομείο του Καρλοβάσου το οποίο λειτουργούσε από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τα μέσα του 20ου ενώ σε όλες τις κύριες περιοχές της πόλης οι επισκέπτες θα συναντήσουν μεγαλοπρεπείς ναούς της περιόδου της Σαμιακής Ηγεμονίας.

Λίγο δυτικότερα βρίσκεται η μοναδική παραλία Ποτάμι η οποία περιβάλλεται από καταπράσινες πλαγιές, ενώ στο κέντρο του φαραγγιού συναντάμε τους καταρράκτες του χειμάρρου ο οποίος χύνεται στην παραλία.Στην περιοχή Ποτάμι βρίσκεται ένας βυζαντινός ναός που σήμερα εορτάζεται στις 6 Αυγούστου καθώς και το βενετικό κάστρο στην κορυφή του κεντρικού λόφου. Όλα αυτά σε απόσταση 1.5 χιλιομέτρων από το Λιμάνι Καρλοβάσου. Στη συνέχεια ο επισκέπτης μέσα από οργανωμένα μονοπάτια μπορεί να βρεθεί στις παρθένες παραλίες, μικρό Σειτάνι στα 2 χιλιόμετρα από την παραλία Ποτάμι και μεγάλου Σειτάνι στα 3 χιλιόμετρα αντίστοιχα ενώ μπορεί να τα επισκεφτεί και με ιδιωτικά σκάφη τα οποία πραγματοποιούν την διαδρομή μέσω θαλάσσης. Κατά την τελευταία απογραφή του 2021 ο πληθυσμός του Καρλοβάσου ανέρχεται στους 7.363 κατοίκους.

Καστανιά

Η Καστανιά βρίσκεται στα δυτικά του νησιού, στους πρόποδες του βουνού Κερκετέα (ή Κέρκη), σε υψόμετρο περίπου 360 μέτρων, σχεδόν 5 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του κέντρου του Καρλοβάσου, της πρωτεύουσας του Δήμου Δυτικής Σάμου.Η παρουσία πολυάριθμων πηγών και νερών επιτρέπει τη καλλιέργεια καστανιών και άλλων φυλλοβόλων δέντρων. Κάτω από το χωριό παρατηρούνται αμπελώνες, καθώς οι περισσότεροι από τους κατοίκους ασχολούνται με τη γεωργία και ιδιαίτερα αυτή του αμπελιού.Τα παλιά χρόνια η κύρια ασχολία τους ήταν η υλοτομία της σαμιώτικης ξυλείας που είχε μεγάλη ζήτηση.

Το χωριό συνολικά αποτελεί ένα αξιοθέατο για τους επισκέπτες. Η αρχιτεκτονική του, η βλάστηση αλλά και οι πλατείες του έχουν μια ξεχωριστή ομορφιά.Η εκκλησία του χωριού εορτάζει στις 23 Αυγούστου. Σε περιοχή ανάμεσα στην Λέκα και την Καστανιά βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Τριάδας. Η εκκλησία υπάρχει την εποχή του Ιωσήφ Γεωργειρήνη (1672), ενώ ο Εμμανουήλ Κρητικίδης την θεωρεί ως μια από τις εκκλησίες που προϋπήρχαν της ερήμωσης του νησιού.

H Καστανιά έχει σημαδέψει και τη νεότερη ιστορία της Σάμουδιότι στις 30 Αυγούστου 1943, οι Ιταλοί κατακτητές εκτέλεσαν εν ψυχρώ είκοσιεφτά χωριανούς, τιμωρώντας στο πρόσωπό τους όλους τους Σαμιώτες για τη συμμετοχή τους στην Αντίσταση. Η Καστανιά αποτελεί σύμβολο της αντιστασιακής ιστορίας της Σάμου.

Κοκκάρι

Το Κοκκάρι απέχει περίπου 11 χλμ. βορειοδυτικά της πόλης της Σάμου Δημιουργήθηκε το 19ο αιώνα, στ’ απομεινάρια παλαιοχριστιανικού οικισμού ο οποίος εγκαταλείφτηκε εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών και στο παρελθόν αποτελούσε επίνειο του χωριού  Μυτιληνιοί.  Η κοινότητα Κοκκαρίου συστάθηκε το 1918 και είναι μια από τις πιο ανεπτυγμένες τουριστικά κοινότητες του νησιού, όπου λειτουργούν πλήθος ξενοδοχειακών μονάδων και ενοικιαζομένων δωματίων καθώς επίσης και επισιτιστικών επιχειρήσεων Η κύρια απασχόληση των 933 κατοίκων είναι ο τουρισμός. Σημεία ενδιαφέροντος στο Κοκκάρι αποτελούν η εκκλησία του Αγίου Νικολάου και το μικρό λιμάνι με τα παλιά σπίτια. Ο οικισμός διαθέτει οργανωμένη παραλία μήκους 1 χιλ. περίπου και τις κατάλληλες κλιματικές συνθήκες για windsurf, αφού λόγω του μεγάλου υψομέτρου (1.153 μέτρα) του όρους Καρβούνη φυσάει ακόμα και χωρίς μελτέμια.  Από το Κοκκάρι ξεκινούν πεζοπορικά μονοπάτια προς το όρος Καρβούνης.  Κάθε χρόνο στο χωριό στο πλαίσιο του εορτασμού του Αγίου Παντελεήμονα στις  27 Ιουλίου πραγματοποιείται μεγάλο πανηγύρι.

Κοντακαίικα

Τα Κοντακαίικα (επίσης γνωστά ως Κοντακέικα), βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού της Σάμου και απέχουν 28 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Βαθύ και 5 χιλιόμετρα από το Καρλόβασι.Είναι χτισμένα στους βορειοδυτικούς πρόποδες του όρους Καρβούνη, με το υψόμετρό τους στα 162 μέτρα.
Η περιοχή είναι καταπράσινη και εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς. Αξιοθέατα του χωριού αποτελούν η εκκλησία του που είναι αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου και χρονολογείται το 19ο αιώνα, πολλά εξωκλήσια, καθώς η πλατεία του χωριού που αποτελεί δείγμα νησιώτικης αρχιτεκτονικής, οι παλιές βρύσες και το καλοδιατηρημένο πετρόχτιστο Δημοτικό σχολείο. Ιδανικές διαδρομές για περιπατητές είναι το Καστροβούνι και η Παναγία πεταλούδα. Για τους λάτρεις των βιβλίων, στο κέντρο του χωριού υπάρχει δανειστική βιβλιοθήκη όπου μπορεί να προμηθευτεί κανείς δωρεάν βιβλία.Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 1077 κατοίκους.

Κοντέικα

Ανηφορίζοντας από το κέντρο του Νέου Καρλοβάσου κατευθυνόµαστε προς τα Κοντέικα που απέχουν μόλις 6 χιλιόµετρα. Στη διαδροµή περνάµε από τη Μεγάλη Λάκκα, πεδινή περιοχή µε αµπελοκαλλιέργειες όπου βρίσκεται µια σηµαντική µονή του νησιού, ο Προφήτης Ηλίας καθώς και πολλά επισκέψιµα ξωκλήσια (Άγιος Παντελεήµονας, Αγία Παρασκευή).Σε υψόµετρο 300 µέτρων, τα Κοντέικα βρίσκονται σε µια πλαγιά, χωµένα σε λόφους και αθέατα από τη θάλασσα. Η πλατεία του χωριού είναι ιδανική για καφέ το µεσηµέρι αλλά και µεζέδες τα βράδια του καλοκαιριού. Τον Αύγουστο, τοπικοί σύλλογοι οργανώνουν γιορτές κρασιού στις οποίες γίνονται µεγάλα γλέντια. Στολίδια του χωριού αποτελούν η εκκλησία των γενεθλίων της Παναγίας, που γιορτάζει στις 8 Σεπτεµβρίου, το ∆ηµοτικό Σχολείο και ο πρόσφατα ανακαινισµένος και επισκέψιµος αλευρόµυλος στην πάνω πλευρά της πλατείας. Εκεί ο επισκέπτης µπορεί να δει ένα τυπικό σαµιακό σπίτι του περασµένου αιώνα, στο κατώι τον παλαιό αλευρόµυλο και τα εργαλεία που χρησιµοποιούνταν.

Η κύρια δραστηριότητα των κατοίκων είναι η καλλιέργεια της ελιάς και του αµπελιού, ενώ παλαιότερα ήταν η καπνοκαλλιέργεια. Σε κοντινή περιοχή βρίσκεται το ξωκκλήσι του Αγίου Θεράποντα από όπου η θέα προς το χωριό αλλά και προς την κοιλάδα του φουρνιώτικου ρέµατος, την Υδρούσσα, το Καρλόβασι και το βουνό Καρβούνης είναι εκπληκτική. Άλλα ξωκλήσια της περιφέρειας είναι η Αγία Τριάδα και η Παναγίτσα της Κεραµίδας, στους πρόποδες του ορεινού όγκου του Καρβούνη.Φεύγοντας από τα Κοντέικα µπορούµε να κατευθυνθούµε είτε προς το χωριό Άγιοι Θεόδωροι (δεξιά) είτε προς το χωριό Πλάτανος (αριστερά). Προς τους Αγίους Θεοδώρους η διαδροµή είναι µοναδική.Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 292 κατοίκους.

Κοσμαδαίοι

Οι Κοσμαδαίοι βρίσκονται στο βορειοδυτικό τμήμα της Σάμου, σε απόσταση 12 χλμ από το Καρλόβασι. Η διαδρομή είναι φανταστική μέσα στο πράσινο της φύσης και στα γάργαρα νερά της. Το χωριό είναι χτισμένο στις πλαγιές του Κέρκη και έχει καταπληκτική θέα προς τη θάλασσα που σε ανταμείβει για τον κόπο που έκανες να ανέβεις τόσο ψηλά.

Αξιοθέατα της περιοχής αποτελούν η εκκλησία της Παναγίας που γιορτάζεται 2 φορές τον χρόνο, διοργανώνοντας μεγάλο πανηγύρι στις 15 Αυγούστου,τα παλαιά πλυσταριά του χωριού στην πάνω γειτονιά, το υδραγωγείο όπου υδρεύεται το χωριό. Ο επισκέπτης επίσης αξίζει να επισκεφθεί τα 2 παραδοσιακά καφενεία με την υπέροχη θέα, για καφέ και φαγητό. Από τους Κουσμαδαίους, αφού διασχίσεις μια διαδρομή φανταστική και πραγματικά πνιγμένη μέσα στο πράσινο βρίσκεσαι μπροστά σε ένα παλαιό, όμορφο μοναστήρι χτισμένο σε υψόμετρο 580 μ. μέσα στη χαράδρα Κακοπέρατο που είναι αφιερωμένο στη Ζωοδόχο Πηγή.

Στην περιφέρεια της τοπικής κοινότητας υπάγονται και τα ΣεΪτάνια, Μικρό και Μεγάλο. Είναι δυο πανέμορφες παραλίες, με φυσικό κάλλος, ενταγμένες και οι δυο στο πρόγραμμα προστασίας NATURA 2000, λόγω ότι υπάρχουν φώκιες MonachusMonachus. Η πρόσβαση στις παραλίες γίνεται με τα πόδια.  Στο χωριό κατοικούν 72 άνθρωποι, κατά την καταγραφή του 2021 που ασχολούνται κυρίως με την γεωργία και την κτηνοτροφία.

Κουμαραδαίοι

Βρίσκεται στην νοτιοανατολική πλευρά του Καρβούνη σε υψόμετρο 330 μέτρα σε απόσταση 26 χιλ. από την πόλη της Σάμου με θέα στον Επταστάδιο Πορθμό, στη Μυκάλη, το Πυθαγόρειο, στον κάμπο της Χώρας και στο Ηραίο. Το χωριό Κουμαραδαίοι φημίζεται για την αγγειοπλαστική τέχνη, τα παραδοσιακά υφαντάτα αρωματικά φυτά – βότανα και το ελαιόλαδο. Σε απόσταση 2,5 χιλ. βρίσκεται το Μοναστήρι της Μεγάλης Παναγίας το οποίο κατασκευάστηκε το 1586 από τους μοναχούς Νείλο και Διονύσιο. Οι Κουμαραδαίοι πανηγυρίζουν κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Παντελεήμονα. Στην απογραφή του 2021 καταγράφηκαν 92 κάτοικοι.

Κουμέικα

Το χωριό Κουμέικα βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νησιού στις νοτιοδυτικές πλαγιές του βουνού Άμπελος(ή Καρβούνη). Είναι ένα πολύ γραφικό χωριό, με όμορφη αρχιτεκτονική και μια μεγάλη πλατεία που ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να ξεκουραστεί κάτω από την σκιά του υπεραιωνόβιου πλατάνου που φύτεψε ο μοναχός Ιωάννης Παντζατζάκης το 1882. Την ίδια χρονιά κτίστηκε και η επιβλητική δημόσια βρύση με τους 3 κρουνούς, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το 1998.

Το χωριό διατηρεί σημαντικά στοιχεία της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και έχει χαρακτηριστεί ως οικισμός ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Κατά την τελευταία απογραφή έχει 323 μόνιμους κατοίκους και η οικονομία βασίζεται κυρίως στην γεωργία (λάδι, λαχανικά και τα φημισμένα κρεμμύδια). Παλαιότερα καλλιεργούσαν επιπλέον, γλυκάνισο και χαρούπια για ζωοτροφές. Μέχρι τα μέσα του 20ουαιώνα το 20% περίπου του ανδρικού πληθυσμού ήταν ναυτικοί.

Στα Κουμέικα, στις 5 Αυγούστου την παραμονή της γιορτής Μεταμορφώσεως του Σωτήρα, διοργανώνεται ένα από τα μεγαλύτερα πανηγύρια του νησιού.

Λέκκα

Η Λέκκα είναι, χτισμένη στους βορειοανατολικούς πρόποδες του βουνού Κέρκης, κοντά στην πόλη του Καρλοβάσου Είναι ένα από τα παλαιότερα και μεγαλύτερα χωριά του νησιού. Είναι κτισμένο ανάμεσα σε ένα καταπράσινο τοπίο με εξαιρετική θέα βόρεια, προ την πόλη του Καρλοβάσου, και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια, καθώς και προς το νησί της Χίου.

Η Λέκκα αριθμεί 21 εξωκκλήσια με ενοριακό της τον Άγιο Ιωάννη Θερμαστή που γιορτάζεται την 29η Αυγούστου και προς τιμήν του πραγματοποιείται παραδοσιακό πανηγύρι που συγκεντρώνεται πλήθος κόσμου απ όλη την Σάμο. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 380 κατοίκους.

Το χωριό πιθανότατα δημιουργήθηκε το 1715, από τον Ιωάννη Λέκκα που ήρθε από την Πελοπόννησο πιθανόν για να ξεφύγει τον διωγμό  τον Τούρκων. Διατηρεί σημαντικά στοιχεία της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και έχει χαρακτηριστεί ως οικισμός ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, με πολλούς περιορισμούς στην κατασκευή νέων κατοικιών.

Η όμορφη πλατεία με τον μεγάλο πλάτανο, τα παραδοσιακά καφενεία, η υπέροχη θέα, τα όμορφα παραδοσιακά σπίτια και τα πολλά αρχοντικά, σε συνδυασμό με τους φιλόξενους ανθρώπους σίγουρα δεν περνούν απαρατήρητα στους επισκέπτες. Είναι ένας ιδανικός προορισμός για όσους αναζητούν ηρεμία και ομορφιά στην Σάμο.Οι κάτοικοι της Λέκκας ήταν κατά κύριο λόγο αγρότες, έτσι πολλά παραδοσιακά φαγητά έχουν να κάνουν με τα προϊόντα που παράγονται στο χωρίο. Στο χωρίο καλλιεργούνταν αμπέλια, ελιές και λαχανικά.

Στα καφενεία του χωριού μπορείτε να βρείτε τοπικάεδέσματα, όπως Πετιμέζι,  Μουσταλευριά , Μουστόπιτα,Σούμα,Γλυκό του κουταλιού από σταφύλι  κ. α.

Μανολάτες

Οι Μανολάτεςένα από τα πιο γραφικά, ορεινά χωριά της Σάμου βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του νησιού, σε υψόμετρο 370 μέτρων του όρους Καρβούνη, απέχει 4 χιλ. από τον οικισμό του Αγίου Κωνσταντίνου και προσφέρει πανοραμική θέα προς τα Μικρασιατικά παράλια. Στους Μανωλάτες λειτουργούν εργαστήρια κεραμικής, υφαντικής, κατασκευής χειροποίητων κοσμημάτων και χειροτεχνιών, παραδοσιακών προϊόντων καθώς επίσης και ιδιωτική, λαογραφική συλλογή. Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την αμπελοκαλλιέργεια, – εξάλλου το χωριό φημίζεται για το καλό κρασί του – και την παραγωγή ελαιόλαδου και φρούτων.
Οι Μανολάτες, εξαιτίας της φυσικής του ομορφιάς και της μοναδικής γραφικότητάς, με τα λιθόστρωτα δρομάκια, τα χρωματιστά  σπίτια που αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα της ντόπιας αρχιτεκτονικής, τα παραδοσιακά καφενεία και τις ταβέρνες, είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιοχές του νησιού. Στο χωριό διατίθενται ενοικιαζόμενα δωμάτια. Σημαντικά αξιοθέατα είναι η μαρμάρινη κρήνη στην κεντρική πλατεία, καθώς επίσης και η εκκλησία Ζωοδόχος Πηγή  όπου κατά τον εορτασμό της  την Παρασκευή της Διακαινησίμου γίνεται μεγάλο πανηγύρι και μοιράζεται στους πιστούς και επισκέπτες η πατροπαράδοτη «γιορτή». Η ευρύτερη περιοχή διαθέτει δίκτυο σηματοδοτούμενων μονοπατιών και ο περιπατητής μπορεί να εξερευνήσει τις εξαιρετικές φυσικές ομορφιές που προσφέρει ο τόπος.  

Μαραθόκαμπος

Ο Μαραθόκαμπος, κεφαλοχώρι της Ν.Δ. Σάμου, χτισμένο αμφιθεατρικά στις Ν.Α. πλαγιές του Κέρκη και στις παρυφές του Φτεριά, 400 μέτρα πάνω απ τη θάλασσα, με πανοραμική θέα προς τη Σαμιοπούλα, τους Φούρνους και τα Δωδεκάνησα, ιδρύθηκε κατά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, με τον επανεποικισμό της Σάμου από τον Κιλίτζ Αλή Πασά. Τα σπίτια του χωριού, σμιχτά, δωματοσκέπαστα, με μεσοτοιχίες, στοές, χαγιάτια, ταράτσες με γείσο, καμάρες πάνω από τα πλακόστρωτα σοκάκια, σφιχταγκαλιάζονται με πετρόχτιστα κεραμοσκεπή οικοδομήματα : εκκλησίες, βρύσες, πλυσταριά και νεοκλασικά κτίρια.
Οι δρόμοι είναι στενοί και δαιδαλώδεις με πολλές καμάρες.Όλα αυτά είναι αληθινά στολίδια που τονίζουν τη γραφικότητα του χωριού και εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη. Οι Μαραθοκαμπίτες επηρεασμένοι από τη μορφολογία του εδάφους χαρακτηρίζονται ως εξής : «οι άνθρωποι ούτοι, ως εξομοιούμενοι με την θέσιν του τόπου, είναι τραχείς, γενναίοι, ολιγόλογοι, ευθείς και φιλελεύθεροι, εύρωστοι και ωραίοι». Οι χαρακτηρισμοί αυτοί αποδεικνύονται από την ιστορία του χωριού.
Ο Μαραθόκαμπος είναι γνωστός και για το τοπικό έθιμο των «τουφεκιών» (μετέπειτα «οβίδων»),που επιβιώνει από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Κάθε ενορία του χωριού αρκετές μέρες πριν το Πάσχαγεμίζει παλιά βλήματα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ή κατασκευάζει αυτοσχέδιες οβίδες, τα λεγόμενα «σκαβέτσα» ή «λαμνάκια», τα οποία ανήμερα εκρήγνυνται στις γύρω πλαγιές του χωριού και τα πυρά τους… γίνονται ο ειρηνικός χαιρετισμός της Ανάστασης του Χριστού. Το έθιμο το τηρούν ευλαβικά οι σύγχρονοι Μαραθοκαμπίτες όλων των γενεών(παιδιά, νέοι και ηλικιωμένοι).Αν βρεθεί ο επισκέπτης στο χωριό την Κυριακή του Πάσχα, σίγουρα θα εντυπωσιαστεί από το θέαμα.
Σήμερα, η Δημοτική Ενότητα Μαραθοκάμπου του Δήμου Δυτικής Σάμου, πληθυσμιακά αριθμεί 2609 κατοίκους συνολικά και ειδικά η κοινότητα Μαραθόκαμπου, 1690 (σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2021).Η φυσιογνωμία της περιοχής έχει αλλάξει. Εκτός από την αγροτική και ναυτική της ταυτότητα έχει αναπτύξει ιδιαίτερα και την τουριστική. Κατά τη θερινή περίοδο, η περιοχή του Μαραθοκάμπου αποτελεί πόλο έλξης επισκεπτών στα παρακείμενα τουριστικά θέρετρα.Τοπαραδοσιακό ψαροχώρι του Όρμου,οΚάμπος και ηΨιλή Άμμος με τις μαγευτικές τους παραλίες αρκετών χιλιομέτρων, ογραφικός Λιμνιώναςκαθώς καιοι μοναχικοί ορμίσκοι, οι ακτές με τις θαλασσινές σπηλιές και τα δαντελωτά ακρογιάλια υποδέχονται κάθε καλοκαίρι Έλληνες και ξένους τουρίστες. Εκεί, λοιπόν, οι παραθεριστές απολαμβάνουν τα πεντακάθαρα νερά,την ευχάριστη διαμονή τους σε σύγχρονες ξενοδοχειακές μονάδες και ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, και τους εκλεκτούς μεζέδες στα γραφικά ταβερνάκια των παραπάνω οικισμών.

Μαυρατζαίοι

Οι Μαυρατζαίοι βρίσκονται σε υψόμετρο 270μ. από τον Καρβούνη και απέχουν 20 χιλ. περίπου από τη πόλη της Σάμου και 6,3 χιλ. από τη Χώρα. Το χωριό που δημιουργήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα εμφανίζει ιδιαίτερα στοιχεία παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, γεγονός που οδήγησε στο χαρακτηρισμό του ως οικισμό ιδιαιτέρου φυσικού κάλους. Τα σημαντικότερα σημεία ενδιαφέροντος είναι το Λαογραφικό Μουσείο όπου εκτίθενται μια πλούσια συλλογή φωτογραφιών και πινάκων ζωγραφικής που σχετίζονται με την παράδοση και τα ήθη και έθιμα της περιοχής, εργαλεία κι αντικείμενα μπρούντζινα αλλά και κεραμικά που μαρτυρούν την έντονη δραστηριότητα κεραμοποιίας και μεγάλη παραγωγή που ξεκίνησε τον 19ο αιώνα, οι Ναοί του Αγίου Γεωργίου που ανοικοδομήθηκε το 1901 και του Αγίου Σπυρίδωνα, καθώς επίσης και το μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού. Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πλατεία του χωριού με το παραδοσιακό καφενείο, αλλά και τα πλακόστρωτα καλντερίμια. Στους Μαυρατζαίους ανήκει και ο οικισμός Γκίωνηδες που βρίσκεται σε απόσταση 2χιλ. Ο πληθυσμός των Μαυρατζαίων αφορά στους 269 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του έτους 2021.

Μεσόγειο

Το χωριό Μεσόγειο βρίσκεται στο κέντρο του νησιού σε υψόμετρο 620μ.του όρους Καρβούνη, περιτριγυρισμένο από αμπέλια, ελιές και δάση. Βορειοανατολικά συνορεύει με το χωριό Πάνδροσο και νοτιοδυτικά με το χωριό Πύργος. Από το Πυθαγόρειο απέχει 19 χιλ. και από την πόλη της Σάμου 32 χιλ. Παλαιότερα το χωριό ονομάζονταν κάτω Αρβανίτες. Στο Μεσόγειο δραστηριοποιείται ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Ζωοδόχος Πηγή» με σκοπό τη διαφύλαξη και διάδοση της λαογραφίας του χωριού. Η ενορία του χωριού είναι αφιερωμένη στο θαύμα της Ζωοδόχου Πηγής της Παναγιάς και πανηγυρίζει την Παρασκευή μετά το Πάσχα. Στην είσοδο του χωριού λειτουργεί από τον Αύγουστο του 2009 το Λαογραφικό Μουσείο το οποίο σε συνδυασμό με  τη φυσική ομορφιά της περιοχής αποτελούν αξιόλογα σημεία ενδιαφέροντος. Κατά την απογραφή του έτους 2021 ο πληθυσμός του Μεσόγειου ανέρχονταν περίπου σε 110 κατοίκους.     

Μύλοι

Σε απόσταση 19 χιλ.από την πόλη της Σάμου βρίσκεται το χωριό Μύλοι, φημισμένο για την ποιοτική παραγωγή εσπεριδοειδών προϊόντων. Οι λίγοι Σάμιοι που παρέμειναν στο νησί μετά την ερήμωσή του, η οποία προκλήθηκε εξαιτίας των αλλεπάλληλων πειρατικών επιδρομών, θεωρείται ότι επίλεξαν τους Μύλους για την επανακατοίκησή τους το 16ο αιώνα όπου και δημιούργησαν την πρώτη πρωτεύουσα του νησιού. Στην αρχή το χωριό έλαβε το όνομά του Τούρκου αρχιναύαρχου Κιλίτς Αλή πασά, υπό την ηγεσία του οποίου επανακατοικήθηκε η Σάμος, ενώ μετέπειτα, μετονομάστηκε «Μύλοι» λόγω των δεκάδων νερόμυλων που διέθετε η περιοχή . Σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν ο ποταμός Ίμβρασος που συνορεύει με το χωριό στις όχθες του οποίου φύονται καρυδιές, πλατάνια κα πλούσια δασική βλάστηση, η κεντρική πλατεία του χωριού, το ξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου και το μοναστήρι της Μεγάλης Παναγιάς. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 το χωριό αριθμεί 232 κατοίκους.

Μυτιληνιοί

Οι Μυτιληνιοί είναι το μεγαλύτερο χωριό της Σάμου. Εκτείνεται  στην ανατολική πλευρά του νησιού, στους πρόποδες του Καρβούνη σε υψόμετρο 130 μέτρα περίπου.  Οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού εμφανίστηκαν τον 16ο αιώνα κατά τη διάρκεια του επανα – εποικισμού της Σάμου, οι οποίοι κατάγονταν από το χωριό  Βρίσα της Μυτιλήνης απ΄ όπου προέκυψε και η ονομασία του χωριού. Την περίοδο του μεσοπόλεμου είχε πληθυσμό γύρω στους 7.500 κατοίκους. Στον κεντρικό δρόμο του χωριού βρίσκονται το κοινοτικό κατάστημα και το ομώνυμο Δημοτικό σχολείο (πρώην Ευθυμία Σχολή), καθώς επίσης και το Πνευματικό κέντρο (πρώην δημοτικό σχολείο  και κατά την περίοδο της ηγεμονίας Παρθεναγωγείο). Στους Μυτιληνιούς υπάρχουν έξι, μεγάλοι ενοριακοί ναοί καθώς και μετόχια τόσο από το πατριαρχείο Ιεροσολύμων όσο και από το μοναστήρι του Κύκκου της Κύπρου. Ανατολικά του χωριού βρίσκεται το Μοναστήρι της Αγίας Τριάδος, το νεώτερο μοναστήρι της Σάμου (1824). Στην έξοδο των Μυτιληνιών είναι κτισμένο το μουσείο φυσικής ιστορίας – παλαιοντολογικό μουσείο Μυτιληνιών, ίδρυμα Ζημάλη- στο οποίο εκτίθενται παλαιοντολογικά ευρήματα από την περιοχή Τσαρούχης, ενώ φυλάσσονται και εκθέματα από την πανίδα και χλωρίδα της Σάμου καθώς επίσης και το καπλάνι της βιτρίνας γνωστό σε όλο τον κόσμο από το βιβλίο της Άλκης Ζέη. Ιδιαίτερο αξιοθέατο των Μυτιληνιών αποτελεί το «Θεοποίητο Γεφυρι». Πρόκειται για ένα φυσικό γεωλογικό φαινόμενο που δημιουργήθηκε κατά τη διαδρομή του νερού προς το Μεγάλο ρέμα των Μυτιληνιών. Λίγα μέτρα έξω από τους Μυτιληνιούς στον επαρχιακό δρόμο Βαθύ Μυτιληνιοί υπάρχει το φωταγωγημένο και επισκέψιμο Μεγάλο γεφύρι συνολικών διαστάσεων 70 μ. μήκος, 7 μ. πλάτος και 10 μ. ύψος, το οποίο κατασκευάστηκε κατά την περίοδο της  ηγεμονίας. Πρόκειται για ένα τρίτοξο γεφύρι, με δυο ακόμα μικρότερες τοξωτές καμάρες, μια για την εξυπηρέτηση διέλευσης των αγροτών  και μια για να διοχετεύει το νερό στους νερόμυλους που υπήρχαν κατά μήκος του Μεγάλου ρέματος. Αρχιτέκτονας του γεφυριού ήταν ο Πολωνός Σουρλολέφσκι. Ένα ακόμα γεφύρι μικρότερων διαστάσεων, το όνομα του οποίου προέκυψε από τον πρώην πρόεδρο του χωριού, είναι αυτό του Οικονόμου, ή αλλιώς του Βροντά όπως συνηθίζεται να το λένε λόγω του μικρού καταρράκτη που σχηματίζεται  το χειμώνα από τη ροή του Μεγάλου ρέματος. Στην περιοχή του Ευπαλινείου Ορύγματος, στη βόρεια πλευρά του, βρίσκεται η πηγή των Αγιάδων που τροφοδοτούσε με νερό το όρυγμα και κατ’ επέκταση την πόλη της αρχαίας Σάμου. Στον απέναντι ακριβώς λόφο υπάρχουν τα αρχαία λατομεία απ’ όπου εξορύσσονταν τα υλικά για την ανέγερση του μεγάλου ναού της Ήρας. Σε απόσταση 1χιλ. βρίσκεται το επισκέψιμο οινοποιείο Χατζηϊωάννου  https://hatziioannou-wines.gr/   Η κοινότητα των Μυτιληνιών πραγματοποιεί κάθε χρόνο ένα μεγάλο πανηγύρι για τον εορτασμό του 15 Αύγουστου προς τιμή της Παναγίας στην κεντρική πλατεία του χωριού, καθώς επίσης και τον Κλήδονα ένα έθιμο από τα πιο τελετουργικά του τόπου με παραδοσιακούς χορούς και δρώμενα, κατά το οποίο ανάβονται μεγάλες φωτιές τις οποίες περνά ο κόσμος με άλμα.  Στο χωριό πραγματοποιείται επίσης η μουσικοχορευτική βραδιά του Πυροσβεστικού Συλλόγου αλλά και καλοκαιρινές, Ελληνικές μουσικές Βραδιές.  Φέτος  για πρώτη φορά η κοινότητα   πραγματοποίησε εκδήλωση για τα Κούλουμα καθώς και τη δεύτερη Κυριακή μετά το Πάσχα μια συνεστίαση με ψητά αρνιά για τους οικονομικά αδύναμους συγχωριανούς. Με σκοπό την ανάδειξη και τη διαφύλαξη των εθίμων, πολιτιστικών και ιστορικών αξίων των Μυτιληνιών, στο χωριό δραστηριοποιούνται  αρκετοί σύλλογοι όπως: Ο Εκπολιτιστικός και Επιμορφωτικός Σύλλογος Μυτιληνιών Σάμου, με μεγάλη και μακροχρόνια προσφορά στα πολιτιστικά δρώμενα του νησιού και γενικώς στις καλές τέχνες. Μάλιστα το έθιμο του Κλήδονα διοργανώνεται κάθε χρόνο από το σύλλογο καθώς επίσης και διάφορες άλλες εκδηλώσεις. Ο Πολιτιστικός Σύλλογος των Απανταχού Μυτιληνιών Σάμου με σκοπό τη σύσφιξη και τη διατήρηση των ηθών και των εθίμων μεταξύ των μελών του, αλλά και την ενημέρωση των ομογενών συγχωριανών για τα νέα του χωριού, μέσα από την εφημερίδα που εκδίδει. Ο Αθλητικός Επιμορφωτικός Σύλλογος  «Φοίνικας» Μυτιληνιών  ο οποίος αγωνίζεται στην Α΄ κατηγορία ποδόσφαιρου στο νομό της Σάμου με δικό του γήπεδο και ακαδημία ποδόσφαιρου. Το Εθελοντικό Πυροσβεστικό Κλιμάκιο Μυτιληνιών. «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΔΑΣΟΥΣ»,  με πλούσια δράση για την προστασία της φύσης και με 24ωρη επιφυλακή κατά την αντιπυρική περίοδο, αλλά και προσφορά όλο το χρόνο στο κοινωνικό σύνολο των Μυτιληνιών.

Νεοχώρι

Είναι από τα μικρά χωριά του νησιού και παλιότερα ονομαζόταν Ζουραίικα από το επώνυμο Ζούρας.  Έχει 137 σπίτια και σήμερα λιγότερους από 100 κατοίκους, ιδιαίτερα το χειμώνα. Το μόνο προϊόν που παράγει είναι το λάδι. Κοντά στο Νεοχώρι, στη θέση ‘Γούβα’ και σε μια μικρή περιοχή, σώζονται τα ίχνη από ένα αρχαίο χωριό. Στο μέρος αυτό κάποιος που έσκαβε το χωράφι του βρήκε πολλές κεραμίδες και ανάμεσα σ’ αυτές και ένα κεραμιδένιο υνί αρότρου με σφραγίδα κυκλική η οποία έγραφε το όνομα «Ηνιόχου».

Παγώνδας

Το χωριό Παγώνδας βρίσκεται νότια του νησιού, σε απόσταση 26 χιλ. από την πόλη. Χτισμένο στους πρόποδες του λόφου Μπουρνιά, αποτελεί ένα από τα πρώτα χωριά της Σάμου τα οποία δημιουργήθηκαν το 16ο αιώνα, μετά τον επανα – εποικισμό του νησιού καθώς επίσης κι ένα από τα μεγαλύτερα και πλουσιότερα χωριά εξαιτίας της δραστηριότητας των κατοίκων στον πρωτογενή τομέα. Τα τελευταία χρόνια το χωριό παρουσιάζει οικονομικά οφέλη και από την ανάπτυξη του τουριστικού κλάδου στον οικισμό Ηραίο το οποίο  ανήκει στην κοινότητα Παγώνδα. Στην ίδια κοινότητα ανήκει και ο οικισμός Κολώνα. Στο χωριό λειτουργεί το Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο Παγώνδα. Σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδας, η πλατεία και το δημόσιο πλυσταριό με πανοραμική θέα στο χωριό, στον κάμπο έως και τα παράλια της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021 ο πληθυσμός του χωριού αριθμεί 1342 κατοίκους.    

Παλαιόκαστρο

Το χωριό Παλαιόκαστρο χτισμένο στο κέντρο ενός μικρού οροπεδίου, απέχει 7 χιλ. νοτιανατολικά της πόλης Σάμου. Ο πληθυσμός  του αφορά σε 728 κατοίκους οι οποίοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία. Το χωριό, περιτριγυρισμένο από μια εύφορη κοιλάδα, δημιουργήθηκε κατά τον 16ο αιώνα. Αποτελεί ένα από τα πρώτα χωριά της Σάμου που επανα-κατοικήθηκαν μετά το 1475 περίπου όταν πολλοί Σαμιώτες εγκατέλειψαν το νησί εξαιτίας των πειρατικών επιδρομών και εγκαταστάθηκαν στη Χίο και στα Μικρασιατικά Παράλια. Γεωγραφικά διαδέχεται το Βαθύ και το Άνω Βαθύ, ενώ από διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα γύρω από την περιοχή προκύπτουν σημάδια κατοίκησης από την ύστερη αρχαιότητα. Στο κέντρο του Παλαιοκάστρου δεσπόζει η εκκλησία του Άι Γιώργη, κατασκευής του 1754. Από το χωριό ξεκινά μια πεζοπορική διαδρομή για τις παραθαλάσσιες, τουριστικά αναπτυσσόμενες περιοχές, Ψιλή Άμμο, Κλίμα, Ποσειδώνιο και Κέρβελη οι οποίες διοικητικά εμπίπτουν στην Κοινότητα Παλαιοκάστρου.

Πάνδροσο

Το Πάνδροσο βρίσκεται στο κέντρο της Σάμου, στη νότια πλευρά του Καρβούνη σε υψόμετρο 630 μέτρα σε απόσταση 33 km από την πόλη.  Αποτελεί το ορεινότερο χωριό του νησιού αλλά και όλων των νησιών του Αιγαίου. Το χωριό κτίστηκε κοντά στις πηγές του ποταμού  Ίμβρασου. Ανατολικά του Πανδρόσου βρίσκονται τα Καστράκια και ένα οχυρωματικό κάστρο, όπου στις αρχές του 1900 κτίστηκε το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου και έκτοτε έλαβε το όνομα «Κάστρο του Αγίου Νικολάου» στο οποίο έβρισκαν πάντοτε καταφύγιο οι κάτοικοι του χωριού. Οι δρόμοι από τον κάμπο για το χωριό περνούσαν κάτω από το κάστρο του Αγίου Νικολάου και από το φαράγγι του Κορύτου με την ομώνυμη πηγή και παλιά ήταν πλήρως ελεγχόμενοι για εισβολείς  ή  πειρατές. Νότια της πηγής του Αγίου Νικολάου βρίσκεται το Κοτρόνι του Αγίου Δημητρίου με τα κυκλώπεια τείχη. Η περιοχή κατοικείται από αρχαιοτάτων χρόνων, ενώ ουδέποτε ερημώθηκε όπως άλλα χωριά της Σάμου. Το Πάνδροσο, λόγω της θέσης του και των κλιματικών συνθηκών κατά τους χειμερινούς μήνες, μοιάζει με φυσικό οχυρό. Στο παρελθόν έβρισκαν συχνά άσυλο κι άλλοι Σαμιώτες οι οποίοι ήταν κατατρεγμένοι από τους πειρατές. Στην περιοχή του Πανδρόσου βρήκε καταφύγιο και ο Μαθηματικός Πυθαγόρας ο Σάμιος, αφού, εξάλλου, η κορυφή του Καρβούνη ενδείκνυται για την παρατήρηση όλου του νησιού και της ευρύτερης περιοχής, αλλά και του έναστρου ουρανού αφού από το σημείο φαίνεται ο ουράνιος θόλος  σε όλο του το φάσμα. Επί ηγεμονίας το Πάνδροσο αποτελούσε αυτόνομο Δήμο στον οποίο συμπεριλαμβάνονταν και το χωριό Μεσόγειο, τότε που η Σάμος είχε 28 Δήμους βάσει της Σαμιακής Νομοθεσίας του 1875. Ο Δήμος Πανδρόσου συνεισέφερε στα μεγάλα έργα που έγιναν στο νησί, καθώς επίσης και στους εκάστοτε πολεμικούς αγώνες, τόσο με την φορολογία όσο και με την προσωπική εργασία των κατοίκων του. Κατά την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου το χωριό δέχθηκε επιπλέον κατοίκους από τις γύρω περιοχές. Σήμερα, οι δρόμοι του χωριού δεν ακολουθούν γεωμετρικές χαράξεις. Το Πάνδροσο διασχίζει ένας κεντρικός μεγάλος δρόμος που περνάει από την κεντρική πλατεία και καταλήγει στην εκκλησία. Τα κτίρια είναι λιθόκτιστα, διώροφα και κτισμένα σε μεσοτοιχίες για λόγους οικονομίας και προστασίας. 

Τα  μεγαλύτερα πανηγύρια του χωριού είναι στις 26 Οκτωβρίου στη γιορτή του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, και στις 20 Ιουλίου στη γιορτή του Προφήτη Ηλία που βρίσκεται στην κορυφή του Καρβούνη. Στο παρελθόν οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα κτήματά  τους  ξεκινούσαν από την κορυφή του Καρβούνη και κατέληγαν στον κάμπο του Ηραίον. Τα περισσότερα ελαιοχώραφα στον κάμπο της Χώρας ήταν ιδιοκτησίας κατοίκων Αρβανιτών. Εκείνη την εποχή οι κάτοικοι του χωριού συντηρούσαν με ιδία μέσα δρόμους και γεφύρια, ενώ διατηρούσαν έντονα το αίσθημα της αλληλεγγύης. Λόγω των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης μετά το 1800 πολλοί κάτοικοι μετοίκισαν με το παρατσούκλι «Αρβανίτης» σε  άλλα χωριά της Σάμου, ενώ άλλοι μετανάστευαν   από το 1900 κι έπειτα στην Αμερική,  στην Αυστραλία και στην Αθήνα. Η περιοχή γύρω από το χωριό είναι ενταγμένη στον κατάλογο Natura 2000. Σήμερα το χωριό κατοικείται από 81 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού του 2021.

Από το έτος  2004 λειτουργεί ο Πολιτιστικός – Εξωραϊστικός Σύλλογος Πανδρόσου – Σάμου « Ο Άγιος Δημήτριος» με σκοπό να αναβιώσει παλιά έθιμα, να αναδεικνύει και να επικουρεί πολιτιστικές και θρησκευτικές εκδηλώσεις και να εξωραΐζει  το χωριό.

Πλάτανος

Η Σάμος είναι γνωστή για την πανέμορφη φύση της, τις καταγάλανες παραλίες της και τα παραδοσιακά της χωριά. Ο Πλάτανος αποτελεί έναν από αυτούς τους προορισμούς που προσελκύουν τους επισκέπτες με την αρχιτεκτονική του, τα στενά δρομάκια του και την ομορφιά του τοπίου. Είναι ένα μέρος ιδανικό για να απολαύσετε την ηρεμία και την αυθεντική αίσθηση της ελληνικής νησιωτικής ζωής.

Ο Πλάτανος βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα του νησιού σε υψόμετρο 520 μέτρων στους δυτικούς πρόποδες του βουνού Καρβούνης. Απέχει περίπου 10 χλμ. Ν.-ΝΑ. από το Νέο Καρλόβασι. Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται κυρίως με την γεωργία και μελισσοκομία και λιγότερο με τον τουρισμό, ενώ είναι γνωστό για τους αμπελώνες και τα κρασιά του που ανήκουν στη ζώνη του ΠΟΠ Σάμος – PDO Samos.

Ενοριακός ναός είναι η εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, ενώ αξιοθέατα θεωρούνται η εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου (του 17ου αιώνα) και η δημόσια βρύση του στην πλατεία (κτίστηκε τον 17ο αιώνα – ανοικοδομήθηκε το 1837).

Η κεντρική Πλατεία του χωριού, με τα τρία μεγάλα πλατάνια που τη σκεπάζουν και τη βρύση με το πολυτραγουδισμένοπλατανιώτικο νερό στο βάθος της, συγκεντρώνει σε καθημερινή βάση, ιδιαίτερα τα καλοκαίρια, τους Πλατανιώτες και τους επισκέπτες του χωριού. Μαζί με τη βρύση, άλλα σημαντικά κτίσματα του χωριού είναι οι δύο Εκκλησίες του, το Σχολείο με το μνημείο της Εθνικής Αντίστασης και τα Πλυσταριά στο ρέμα.Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 340 κατοίκους.

Πυθαγόρειο

To Πυθαγόρειο δημιουργήθηκε στη θέση της αρχαίας πόλης της Σάμου. Βρίσκεται στην ΝΑ άκρη του νησιού και απέχει 12 χιλ. από τη Σάμο, την πρωτεύουσα του νησιού. Το έτος 1955 μετονομάστηκε από «Τηγάνι» σε Πυθαγόρειο προς τιμήν του φημισμένου Σάμιου φιλόσοφου, μαθηματικού Πυθαγόρα, (580 π.Χ. – 496 π.Χ.). Τα πρώτα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας εντοπίζονται στο Πυθαγόρειο, στα τέλη της 4ης χιλιετίας π.Χ., στο λόφο του Κάστρου, ενώ οι ανασκαφές που έγιναν στο χωριό  έφεραν στο φως μεγάλου μήκους οχυρωματικά Τείχη, πλακόστρωτους δρόμους και πλατείες, επαύλεις με θαυμάσιας τεχνικής ψηφιδωτά δάπεδα, ναούς, αγορά, δημόσια κτήρια, εργαστήρια, αθλητικές εγκαταστάσεις από τις μεγαλύτερες της αρχαιότητας, λουτρά, υδρευτικό και αποχετευτικό δίκτυο αλλά και το Ευπαλίνειο Όρυγμα και το λιμάνι της πόλης με τους μόλους και τις αποβάθρες, ένα από τα σπουδαιότερα έργα της εποχής. Από το έτος 1992 το Πυθαγόρειο, και το μοναδικής ιστορικής και μηχανικής αξίας, «Ευπαλίνειο όρυγμα», είναι ενταγμένα στον κατάλογο των μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Τα κυριότερα σημεία ενδιαφέροντος είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο Πυθαγορείου, το Άγαλμα του Πυθαγόρα, στο λιμάνι ο Αρχαιολογικός χώρος και το Μουσείο του Κάστρου, ο Ιερός Ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, το Ευπαλίνειο όρυγμα η Παναγία Σπηλιανή, τα Αρχαία Τείχη και οι Γλυφάδες Πυθαγορείου. Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού 2021 οι κάτοικοι στο Πυθαγόρειο αριθμούν τους 1538.

Πύργος

Σε  απόσταση 30 χιλ. από την πρωτεύουσα και 16 χιλ. από το Πυθαγόρειο, στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του Καρβούνη, βρίσκεται το χωριό Πύργος. Το χωριό πρωτοκατοικήθηκε το 1715 από Πελοποννήσιους οι οποίοι φημολογείται ότι είχαν καταγωγή είτε από τον Πύργο Ηλείας, είτε από τον Πύργο της Σπάρτης. Η επικρατέστερη άποψη θέλει ο Πύργος να έλαβε το όνομά του από τον Πύργο της Σπάρτης δεδομένου ότι οι Μανιάτες, λόγω του επαναστατικού τους χαρακτήρα, εκδιώκονταν συχνά από τους Οθωμανούς και ερχόμενοι στη Σάμο θα απολάμβαναν το προνόμιο της ελευθερίας που απέκτησε το νησί μετά την επανακατοίκησή του το έτος 1550. 

Ο Πύργος είναι ένα από τα μεγαλύτερα χωριά της Σάμου με αυξημένη δραστηριότητα στον πρωτογενή τομέα. Στο χωριό παράγεται κυρίως μέλι, λάδι και κρασί αλλά και ξυλεία μαύρης πεύκης.  Το χωριό διαθέτει κτίρια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής χτισμένα με τη μέθοδο «σαχνισί» με κλειστού τύπου μπαλκόνι. Σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν ο Ιερός Ναός του Αγίου Γεωργίου στην κεντρική πλατεία του χωριού,  ο Ναός της Κοίμησης Θεοτόκου που χτίστηκε το 1888 και πανηγυρίζει τον 15Αύγουστο όπου και μετά τη λειτουργία μοιράζεται το παραδοσιακό «κεσκέκι» ή γιορτή, το οποίο παρασκευάζεται από κρέας, στάρι, κρεμμύδια και λάδι. Επίσης στο κέντρο του χωριού στέκεται και ένας παλιός νερόμυλος. Από τον Πύργο περνάει το ποτάμι Αμφίλλησος που εκβάλει νότια στον Μπάλο Κουμαίϊκων, ενώ σε κοντινή απόσταση βρίσκεται το «Κούτσι» μια περιοχή με πλατάνια και τρεχούμενα νερά αλλά και το μικρό παραδοσιακό, ναυπηγείο κατασκευών μικρών ξύλινων σκαφών. Το έτος 2002 ο Πύργος χαρακτηρίστηκε ως οικισμός ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, ο πληθυσμός του Πύργου αφορά στους 340 κάτοικους.

Σάμος

Η πρωτεύουσα του νησιού έλαβε επίσημα την ονομασία Σάμος το έτος 1958. Βρίσκεται στη βόρεια – βορειοανατολική πλευρά του νησιού χτισμένη αμφιθεατρικά στο εσωτερικό του Εθνικού λιμένα Βαθέος, ενός από τα τρία μεγαλύτερα (μήκους 1,5χιλ.) και ασφαλέστερα, φυσικά λιμάνια της ακριτικής Ελλάδας. Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα αποτελούσε το λιμάνι του αρχικού οικισμού Άνω Βαθύ και ονομάζονταν «Λιμήν Βαθέος» ή «Κάτω Βαθύ», ή «Γιαλός». Μεταξύ 1834 – 1849 η πόλη μετονομάστηκε σε Στεφανούπολη, από το όνομα του Στέφανου Βογορίδη, του πρώτου Ηγεμόνα της Σάμου. Μετά την ίδρυση της Ηγεμονίας Σάμου,  αποτέλεσε το διοικητικό κέντρο του νησιού. Στο 2ο μισό  του 19ου αιώνα η πόλη της Σάμου παρουσίασε αύξηση του πληθυσμού της οπότε και  προέκυψε η ανάγκη ανοικοδόμησης πολλών δημόσιων κτιρίων. Μετά την ενσωμάτωση του νησιού στο ελληνικό κράτος το έτος 1912, πράξη που κατακυρώθηκε το έτος 1923 με τη Συνθήκη της Λωζάνης, η πόλη της Σάμου ορίστηκε ως έδρα του νομού. Τα κυριότερα αξιοθέατα της πρωτεύουσας είναι το Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου όπου εκτίθεται ο κολοσσιαίος κούρος ύψους 4,80μ., το Δημαρχείο και η Δημοτική Πινακοθήκη όπου στεγαζόταν το Βουλευτήριο των Σαμίων την εποχή της Ηγεμονίας, ο καθεδρικός ναός του Αγίου Σπυρίδωνα, το Ιστορικό Αρχείο της Σάμου, το Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου, η Δημόσια Βιβλιοθήκη και το Μουσείο Οίνου στο Μαλαγάρι, καθώς επίσης και τα νεοκλασικά αρχοντικά επί της παραλιακής οδού αλλά και γύρω από την κεντρική πλατεία Πυθαγόρα με το μαρμάρινο λιοντάρι, έργο του Γάλλου Bouchet. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κάθετα στην παραλιακή οδό καλντερίμια, αλλά και οι γραφικοί δρόμοι με τα δεκάδες σκαλιά, στοιχεία που παρέμειναν αναλλοίωτα στο χρόνο. Στη Σάμο λειτουργούν όλες οι δημόσιες υπηρεσίες. Πίσω από την παραλιακή οδό, βρίσκεται ο πλακόστρωτος εμπορικός δρόμος μήκους περίπου 1χιλ. με εμπορικές επιχειρήσεις διαφόρων δραστηριοτήτων. Η πόλη διοικητικά ανήκει στην κοινότητα Σαμίων, διαθέτει ξενοδοχειακές υποδομές, εστιατόρια, καφέ και bar υψηλής αισθητικής και ποιότητας καθώς και οργανωμένη βοτσαλωτή παραλία στην περιοχή της Γάγκου αλλά και μη οργανωμένες παραλίες στις περιοχές  Ροδίτσες και Μαλαγάρι. Στην κοινότητα Σαμίων ανήκουν επίσης ο οικισμός της Αγίας Παρασκευής που βρίσκεται ανατολικά της πρωτεύουσας, οι περιοχές με τις ερημικές παραλίες Γαλάζιο, Ασπροχόρτι και Νησί και οι επισκέψιμες βραχονησίδες Διαπόρτι, Πρασονήσι και Αγίου Νικολάου με το ομώνυμο ξωκλήσι που έχουν χαρακτηριστεί ως τόποι ιδιαίτερου φυσικού κάλλους.

Σκουραίικα

Τα Σκουραίικα είναι μικρό χωριό που βρίσκεται στα νότια της Σάμου στους πρόποδες του όρους Μπουρνιά, παρακλάδι του όρους Καρβούνη. Βρίσκεται σε υψόμετρο 181 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας. Στην περιφέρεια Σκουραίκων ανήκουν και οι παραθαλάσσιοι οικισμοί: Πεύκος, Παραλία Κάμπου, Παραλία Ψιλή άμμος, Παραλία Πέρης.

Στην αρχαιότητα πιθανόν να υπήρχε κάποια μικρή πόλη γιατί βρέθηκαν κιονόκρανα και αρχαία ερείπια. Στη θέση Δριτζαρέικα φαίνονται ακόμα τα ίχνη από αρχαίες οικοδομές και λίγο παραπάνω από ένα τεχνητό λιμάνι υπήρχε ένα πελεκητό σπήλαιο μέσα στο οποίο βρέθηκαν δύο σκαλιστοί τάφοι.

Το σημερινό χωριό πήρε το όνομά του από έναν εκ των πρώτων οικιστών, τον Γεώργιο Σκούρα. Άρχισε να κατοικείται στις αρχές του 17ου αιώνα σύμφωνα με ένα έγγραφο που σώζεται και αποδεικνύει την αγορά της έκτασης του από τον Γ. Σκούρα έναντι 40 γροσιών. Άλλη μαρτυρία που σώζεται είναι η εικόνα του Αγίου Γεωργίου στην οποία είναι χαραγμένη η φράση “Δέησης του δούλου του Θεού Γ. Σκούρα 1718” η οποία βρίσκεται και φυλάσσεται στον ναό του χωριού.

Τα Σκουραίικα έχουν 105 σπίτια και στις αρχές του 20ου αιώνα είχαν 600 κατοίκους που ασχολούνταν με τη γεωργία, την αλιεία και το εμπόριο. Σήμερα έχουν 120 κατοίκους, στην πλειοψηφία τους γεωργοί και συνταξιούχοι.

Το χωριό Σκουραίικα παράγει ελαιόλαδο εξαιρετικής ποιότητας, οπωροκηπευτικά, κουκιά που έχουν πανσαμιακό χαρακτήρα διότι είναι γλυκά και γρήγορα στο βράσιμο, αμύγδαλα και κρασί στις παραθαλάσσιες περιοχές.

Σπαθαραίοι

Το χωριό Σπαθαραίοι πήρε το όνομά του από έναν Κωνσταντινοπολίτη εξόριστο τιτλούχο σπαθάριο που εγκαταστάθηκε στην περιοχή πριν από την άλωση της Πόλης. Πρόκειται για ένα από τα παλαιότερα χωριά της Σάμου που βρίσκεται στα νότια του νησιού σε υψόμετρο 582 μέτρων, σε απόσταση 35χιλ. από την πόλη της Σάμου και 21χιλ. από το Πυθαγόρειο. Από τα ερείπια των οικιών και του κάστρου, τα υπολείμματα ψηφιδωτού, μιας δεξαμενής, τάφων, παρατηρητηρίων και επιγραφών που τοποθετούνται στους κλασσικούς, τους ρωμαϊκούς, πρωτοχριστιανικούς και βυζαντινούς χρόνους διαπιστώνεται ότι οι κάτοικοι ζούσαν αρχικά στα παράλια της περιοχής, ενώ αργότερα υπό την πίεση και το φόβο των πειρατικών επιδρομών μετακινήθηκαν  ψηλότερα, στη σημερινή θέση του χωριού. Οι Σπαθαραίοι, εκπροσωπούμενοι από συνταγματάρχη και πολλούς αγωνιστές, συμμετείχαν  ενεργά στον Αγώνα ανεξαρτησίας του 1821, ενώ το 1928 καταγράφηκε μια σπάνια περίπτωση εφαρμογής του νόμου του Λιντς από τους κατοίκους του χωριού εις βάρος βιαστή και δολοφόνου 17χρονης. Αξιοθέατα του χωριού αποτελούν ο ναός του Ταξιάρχη Μιχαήλ ο οποίος και ανακατασκευάστηκε το 1933-1939 στη θέση του παλαιού ναού χρονολογίας του 1795, η γραφική πλατεία και η πανοραμική  θέα προς το όρος Κέρκη αλλά και τα νησιά Πάτμο, Αμοργό, Νάξο, Φούρνους και Ικαρία . Οι κάτοικοι ασχολούνταν με τη γεωργία, κτηνοτροφία, το λιοτρίβι αλλά και με την τέχνη της πέτρας. Ο πληθυσμός στους Σπαθαραίους σύμφωνα με την τελευταία απογραφή του 2021 είναι 228 κάτοικοι, ενώ έναν αιώνα πριν, το έτος 1923 είχαν καταγραφεί 1361 κάτοικοι. Σημαντικότερες εκδηλώσεις του χωριού είναι το αποκριάτικο έθιμο του Καδή, το πανηγύρι του δεκαπενταύγουστου στην πλατεία και τα διάφορα πανηγύρια όπου προσφέρεται η «γιορτή» (κεσκέσι), μαγειρεμένη από τους ντόπιους.  Στο χωριό Σπαθαραίοι ανήκουν και οι παραλιακοί οικισμοί Αβάντι, Απόστολος Παύλος, Βεργή, Καλογερά, Κυργιάννη, Λιμνιωνάκι, Μετόχι, Συκιά και το νησάκι  Σαμιοπούλα.

Σταυρινίδες

Σε απόσταση 26 χλμ. από την πρωτεύουσα του νησιού βρίσκεται το χωριό Σταυρινίδες. H ιστορία του χωριού ξεκινά το έτος 1572 και η ονομασία του προέρχεται από τον πρώτο κάτοικο της περιοχής, το Σταυρινό. Βασική ενασχόληση των 40 κατοίκων του αποτελούν οι αμπελοκαλλιέργειες και οι ελαιοκαλλιέργειες. Το χωριό διαθέτει πανοραμική θέα προς τα βόρεια της Σάμου, είναι φημισμένο για τα ιδανικά για πεζοπορικές διαδρομές μονοπάτια του, ενώ ιδιαίτερα σημεία ενδιαφέροντος αποτελούν η βρύση στην πλατεία του χωριού κατασκευής του 1877 και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία. Το χωριό Σταυρινήδες χαρακτηρίστηκε το έτος 2002 ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλους.

Χώρα

Στους πρόποδες του λόφου Τσιγκόλ – που σημαίνει κλαδί ανθισμένου αμπελιού – συναντάμε την παλιά πρωτεύουσα του νησιού, τη Χώρα. Η επιλογή της θέσης της κατά τον εποικισμό της Σάμου, δεν ήταν τυχαία. Το ζωογόνο νερό, απαραίτητο για τη θεμελίωση ενός οικισμού της εποχής, πρόσφεραν δύο πηγές που παρείχαν επάρκεια για την ύδρευση των κατοίκων. Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα τις πηγές προστατεύουν δυο νύμφες η νύμφη Γιγαρτώ – αυτή του Πλατάνου – και η Λευκοθέα – αυτή της Μεσακής. Το χωριό βρίσκεται νοτιοανατολικά του νησιού σε κομβικό σημείο, με πανοραμική θέα τον ομώνυμο κάμπο με το αεροδρόμιο, τον Ηραΐτη κόλπο, τα στενά της Μικράς Ασίας και τα Δωδεκάνησα. Η πολεοδομική και οικιστική διάταξη του χωριού υποδεικνύει το μεταβυζαντινό τρόπο οργάνωσης. Η Χώρα σχεδιάστηκε και οικοδομήθηκε ως ένα «ΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ» χωριό – τρόπος δόμησης της εποχής εκείνης στον ορθόδοξο χριστιανικό χώρο των Βαλκανίων. Το βασικό της σχέδιο οριζόταν από ένα σταυρό, με κέντρο του το ναό της Γέννησης του Χριστού στη Μεσακή, που σε νοητή γραμμή στο σχήμα αυτό, χτίστηκαν οι ναοί της και τα παρεκκλήσια της, ώστε το χωριό να έχει θεϊκή προστασία. Κάθε είσοδός του ξεκινούσε με ένα ξωκλήσι και μια βρύση. Η αρχαιότερη ενορία του νησιού, είναι η Παναγία, που απ’ το 1606 μ.Χ, στο πέρασμα των αιώνων, δεν έχει διακόψει τη λειτουργία της. Στα στενά σοκάκια του χωριού στον κεντρικό οικιστικό ιστό, προκύπτει ένα σμίξιμο βυζαντινών στοιχείων με εναρμονισμένες στο χώρο σύγχρονες κατοικίες. Περίκαλα αψιδωτά γεφύρια, το κονάκι του Ηγεμόνα, το Επισκοπείο, η βρύση του Καδή, τα πλυσταριά της Μεσακής, στέκονται αιώνες εδώ, μάρτυρες μιας μακραίωνης ιστορίας, όπου ξεδιπλώνεται η διαχρονική πορεία και εξέλιξη του νησιού. Η θέση της Χώρας, προσέλκυσε τις τελευταίες δεκαετίες κατοίκους από τα γύρω χωριά και ένα νέο χωριό έχει κτιστεί στον κάμπο της, με αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού της σε 1500 κατοίκους κατά τους χειμερινούς μήνες, με τριπλασιασμό τους θερινούς, μιας και πολλοί εργαζόμενοι στα τουριστικά επαγγέλματα της περιοχής, επιλέγουν το χωριό για διαμονή. Με τον τουρισμό ασχολούνται και οι Χωρίτες, στους οποίους ο ελαιόφυτος κάμπος της, προσθέτει άξιο συμπληρωματικό εισόδημα στην οικονομία της. Επίνειο της Χώρας είναι το Ποτοκάκι, με αυξημένη τουριστική δυναμική που εκτείνεται επί παραλιακής ζώνης 6 χλμ.. Το Δασκαλειό, η Κυρίλλειος σχολή κι αργότερα το Σχολειό της Χώρας έθεσαν τις βάσεις σε πολλούς επιφανείς που μεγαλούργησαν. Ο λόγιος Ζήσιμος Σίδερης, ο Υπουργός Προεδρίας Νικόλαος Θέμελης, τέσσερεις Πατριάρχες Ιεροσολύμων- οι Κύριλλος Β’, Ιερόθεος Β’, Τιμόθεος Α’ Ειρηναίος Α’- και πάμπολλοι επιστήμονες διέπρεψαν στον Ελλαδικό χώρο και όχι μόνο. Σήμερα, το σχολείο της Χώρας είναι το τέταρτο εν δυνάμει Δημοτικό σχολείο του νησιού. Το χωριό Χώρα απέχει 3,5 χιλ. από το Πυθαγόρειο και 17 χιλ. από την πόλη της Σάμου.

hraia
hraia_b

20 αυγουστου

Η μεγάλη πομπή των Ηραίων στο Πυθαγόρειο.

9:00pm